Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011

Βακτηριακό κάψιμο μηλοειδών

Fire_blight_(Erwinia_amylovora)_of_pear

Παθογόνο αίτιο: Erwinia amylovora

Ξενιστές: Κυδωνιά αχλαδιά μηλιά κατά σειρά ευαισθησίας

Εμφάνιση και σημασία:

Το κοινό όνομα της ασθένειας είναι βακτηριακό κάψιμο.

Το όνομα υποδηλώνει την σοβαρότητα της μόλυνσης και την γρήγορη διάδοση.

Το παθογόνο μπορεί να καταστρέψει ένα πλήρως ανεπτυγμένο και υγιές δένδρο μηλιάς σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα – συχνά μέσα σε ένα μήνα η κι ακόμα πιο γρήγορα.

Επιπλέον η μόλυνση μπορεί να εξαπλωθεί σαν πυρκαγιά σε άλλα κτήματα γύρω από το μολυσμένο.

Παλαιότερα γύρω στο 1990 στην περιοχή μας ήταν η κύρια αιτία εκρίζωσης πάρα πολλών κτημάτων αχλαδιών, κυρίως από Κοντούλες και Σάντες.

Μετά το 1992 η ασθένεια ξαφνικά υποχώρησε και σιγά - σιγά άρχισε να ξεχνιέται.

Το 1997 υπήρχε μία εστία στο Αιγίνιο και από το 1999 άρχισε η ασθένεια να γίνεται πρόβλημα στην Κυψέλη Ημαθίας ,έκανε μία στάση στο ποτάμι (νότια πλευρά του Αλιάκμονα) και μετά από το 2003 άρχισε να δημιουργεί προβλήματα έντονα σε όλες της περιοχές , σε κυδώνια αχλάδια και μήλα με αποκορύφωμα τα δύο τελευταία χρόνια (2009-2010) όπου παρ όλες τις προσπάθειες μας σε κάποιες περιπτώσεις η κατάσταση είχε ξεφύγει τελείως από κάθε έλεγχο προκαλώντας τραγικές απώλειες και σε παραγωγή αλλά και σε φυτικό κεφάλαιο.

Η πιο ευαίσθητη από τις ποικιλίες των αχλαδιών είναι η Κοντούλα , ενώ στα μήλα φοβερή ευαισθησία παρουσιάζει η Pink Lady, κάποιες ποικιλίες Fungi και Golden, ενώ πέρυσι (2010) εμφανίστηκε μέχρι και σε Granny Smith . Το κυδώνι είναι το πιο ευαίσθητο από όλα, προσβάλλονται όλες οι ποικιλίες.

Σημαντικός παράγοντας στο θέμα της μόλυνσης είναι η διάρκεια της ανθοφορίας (στην Pink Lady πέρυσι ήταν 55 μέρες ) καθώς και το γεγονός ότι ειδικά στα μήλα κάποιες ποικιλίες μπαίνουν στο στάδιο της πράσινης κορυφής και υπάρχουν πάνω στο φυτό φύλλα από την προηγούμενη χρονιά .

Κατά την διαδικασία της εξάπλωσης το παθογόνο προσβάλει τόσο καλλιεργούμενα όσο και αυτοφυή φυτά που ανήκουν στην οικογένεια Rosaceae για παράδειγμα τα είδη Malus, Pyrus, Cydonia, κα.

Η ασθένεια είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνη από την στιγμή που:

  • Το παθογόνο εξαπλώνεται πολύ γρήγορα στο φυτό – ξενιστή.

  • Το κλίμα και οι καιρικές συνθήκες είναι ευνοϊκές για το παθογόνο.

  • Η ασθένεια αυξάνει το κόστος παραγωγής λόγω επίμονης και στοχευμένης φυτοπροστασίας όχι πάντα επιτυχούς και καταστρέφει το φυτικό κεφάλαιο και την αναμενόμενη παραγωγή της τρέχουσας χρονιάς αλλά και των επομένων εφόσον έχουμε καταστροφή φυτικού κεφαλαίου.

  • Τα μέσα αποτελεσματικού ελέγχου είναι περιορισμένα έτσι μπορούμε ουσιαστικά να κάνουμε διαχείριση της κρίσης χωρίς ωστόσο να έχουμε αποτελέσματα εγγυημένα 100%.

Ο κύκλος της ασθένειας:

Το βακτήριο επιζεί το χειμώνα κυρίως στα έλκη και τις πληγές των δέντρων, μερικές φορές στους οφθαλμούς.

Ενεργοποιείται κατά τη διάρκεια της περιόδου άνθισης. Το παθογόνο διαδίδεται από το πολλαπλασιαστικό υλικό, τους καρπούς, τα έντομα - ακόμη και μέλισσες - τα πουλιά, τον αέρα, την βροχή, τη γύρη και την ανθρώπινη δραστηριότητα, όπως τα εργαλεία καλλιέργειας και η άρδευση.

Η διάδοση της μόλυνσης επιταχύνεται σημαντικά εάν κατά τη διάρκεια της άνθισης συνυπάρχουν υψηλή υγρασία, (75%), υψηλή θερμοκρασία (18-25 °C) και κυρίως παρουσία νερού.

Τα παθογόνα βακτήρια εγκαθίστανται στο στίγμα και πολλαπλασιάζονται.

Εισάγονται στον ιστό μέσω των φυσικών οδών και μέσω των πληγών. Το βακτήριο προωθείται μέσω του μίσχου στους κλαδίσκους και τους κλάδους και προκαλεί περαιτέρω μολύνσεις στους νέους βλαστούς, τα φύλλα, την δευτερεύουσα γενιά ανθέων και τους πρώτους καρπούς.

Συμπτώματα και εξέλιξη της ασθένειας:

Κατά την διάρκεια την βλάστησης, αρχικά μπορούν να φανούν τα πρώτα συμπτώματα από την μόλυνση των ανθέων.

Στα σέπαλα στους μίσχους των λουλουδιών εμφανίζεται βακτηριακή κολλώδης ουσία, τα λουλούδια εξασθενούν και οι νεαροί καρποί γίνονται μαύροι αλλά παραμένουν στο δέντρο. Τα μολυσμένα και νεκρά φρούτα μουμιοποιούνται στο δένδρο. Το πάνω μέρος των νέων – όχι ακόμα ξυλοποιημένων βλαστών, εξασθενεί και κυρτώνει παίρνοντας την μορφή που έχει η γκλίτσα του τσοπάνου που είναι και το κλασικό γνώρισμα της ασθένειας.

Τα καφετιά ή μαύρα προσβεβλημένα φύλλα δεν πέφτουν από τους βλαστούς ή τα κλαδιά. Στην περίπτωση έντονης μόλυνσης στα κλαδιά και στους μίσχους τον ευπρόσβλητων ειδών, εκκρίνεται άφθονη βακτηριακή κολλώδης ουσία.

Η μόλυνση στους μίσχους ή στην βάση της ρίζας προκαλεί την διαίρεση του φλοιού, ελκώδεις πληγές και καφεκόκκινο αποχρωματισμό των ξυλωδών μερών. Οι ιστοί του φλοιού του μολυσμένου δένδρου γίνονται σκούροι με βαθουλώματα και αργότερα μαραίνονται. Οι μολυσμένοι καρποί μαραίνονται και μουμιοποιούνται, γίνονται μαύροι και παραμένουν στο δένδρο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το βακτηριακό έκκριμα έχει μορφή σταγόνων γάλακτος που αργότερα γίνονται καφέ με την επίδραση του αέρα και σχηματίζονται μεγάλες σταγόνες. Το βακτήριο τελικά προτιμά μαλακούς ιστούς, υψηλή υγρασία και υγρές συνθήκες.

Έλεγχος:
Το πρώτο και πιο σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση της ασθένειας είναι η έγκαιρη αναγνώρισή της.

Στην περίπτωση του βακτηρίου Erwina amylovora , το μόνο πράγμα το οποίο μπορούμε να κάνουμε είναι με μία σειρά προληπτικών μέτρων (αγροτεχνικές τακτικές, υγιεινή κατάσταση των φυτών, παραγωγή ανθεκτικών και ανεκτικών ειδών ποικιλιών , χημικό έλεγχο) να επιτύχουμε μία διαχείριση της κρίσης που προκαλεί το βακτήριο.

Τα μολυσμένα μέρη των φυτών πρέπει να απομακρύνονται άμεσα και να καίγονται. Τα ψαλίδια κλαδέματος πρέπει να απολυμαίνονται μετά από κάθε μολυσμένη τομή σε οινόπνευμα.

Η ασθένεια εμφανίζεται κυρίως σε δέντρα λαίμαργα με υπερβολική βλάστηση. Ο έλεγχος της βλάστησης με περιορισμό της αζωτούχου λίπανσης ή με τη χρήση ρυθμιστών ανάπτυξης εγκεκριμένων στην καλλιέργεια βοηθά στην πρόληψη της ασθένειας.

Αυτή τη στιγμή εγκεκριμένα στην Ελλάδα σκευάσματα για το βακτηριακό κάψιμο είναι μόνο οι χαλκοί με πολλές επαναλήψεις μέσα στο χειμώνα σε κανονικές δόσεις και σε πολύ χαμηλές δόσεις κατά την περίοδο της ανθοφορίας (Champ 200cc/ τόνο ) σε συνδυασμό με Πρόπολη που είναι φυσικό αντιβιοτικό , και το Vacciplant που είναι ενεργοποιητής της αυτοάμυνας των καλλιεργειών χωρίς να είναι μυκητοκτόνο ή βακτηριοκτόνο .

Τέλος κάποια δράση φαίνεται να έχει η εφαρμογή του fosetyl-Al την περίοδο της ανθοφορίας μόνο στις καλλιέργειες που έχει έγκριση.

Δευτερεύουσα δράση στο βακτήριο έχουν και παρεμποδιστές βλάστησης όπως το Regalis που έχει αντίστοιχη έγκριση στην Ιταλία.

Η χρήση των αντιβιοτικών στην Ελλάδα είναι απαγορευμένη εδώ και πολλά χρόνια.

Η εφαρμογή τους περιορίζεται αυστηρά σε πολλές χώρες του κόσμου και κυρίως στην Ευρώπη .

Ο ακριβής χρόνος επέμβασης που βασίζεται σε προβλέψεις είναι πιο αποτελεσματικός επειδή χρησιμοποιούνται λιγότερα φυτοπροστατευτικά, και είναι πιο οικονομικός.

Απουσία στοιχείων πρόβλεψης, το πρόγραμμα προστασίας θα πρέπει να εφαρμόζεται κάθε 5-7 μέρες με αρχή την έναρξη της ανθοφορίας μέχρι και περίπου 10-15 μέρες μετά την πλήρη πτώση πετάλων και ακόμα περισσότερο εφόσον υπάρχει μεγάλη πίεση προσβολής από την ασθένεια και φυσικά με τα κατάλληλα χαλκούχα σκευάσματα από την πτώση των φύλλων και όλη την χειμερινή περίοδο.

Εξώασκος πυρηνοκάρπων

Taphrina deformans (10)

Ροδακινιά, Νεκταρινιά, Aμυγδαλιά: Taphrina deformans συν. Exoascus deformans
Δαμασκηνιά: Taphrina pruni
Βερικοκιά: Taphrina wiesneri, Taphrina armeniacae
Οι ασθένειες αυτές είναι γνωστές και ως «καρουλιάσματα φύλλων», λόγω της χαρακτηριστικής παραμόρφωσης που υφίσταται το φύλλωμα των προσβεβλημένων δέντρων. Αποτέλεσμα της προσβολής είναι η εξασθένηση των δέντρων, τα οποία γίνονται ευαίσθητα σε προσβολές ή άλλους εχθρούς και η μειωμένη παραγωγή.

Συμπτώματα
Στη ροδακινιά - νεκταρινιά ο εξώασκος αποτελεί ιδιαίτερα σοβαρή και συχνή ασθένεια για τη χώρα μας. Προσβάλλονται τα πράσινα μέρη του δέντρου, κυρίως τα φύλλα, αλλά και οι τρυφεροί βλαστοί, οι νεαροί καρποί και τα άνθη.

Στα φύλλα τα συμπτώματα εμφανίζονται νωρίς την άνοιξη, μόλις εκπτυχθούν από τους οφθαλμούς. Τα προσβεβλημένα φύλλα παρουσιάζουν ανώμαλη πάχυνση, κατσαρώνουν, παραμορφώνονται, παίρνοντας ένα χαρακτηριστικό κίτρινο ή κόκκινο χρώμα. Οι διογκωμένες περιοχές έχουν γκρίζα-αλευρώδη ή βελούδινη όψη, λόγω των καρποφοριών του παθογόνου. Τελικά προς το τέλος της άνοιξης (τέλος Απριλίου - αρχές Μαΐου )γίνονται καστανά, μαραίνονται, ξηραίνονται και πέφτουν.

Οι βλαστοί διογκώνονται, παραμορφώνονται, συστρέφονται και εμφανίζουν χλώρωση ή ερυθρωπό μεταχρωματισμό.
Τα άνθη παραμορφώνονται και πέφτουν.
Οι μικροί καρποί προσβάλλονται πιο σπάνια και παρουσιάζουν κιτρινοπράσινες ή κόκκινες διογκώσεις. Εάν προσβληθούν μικροί πέφτουν πρόωρα, ενώ στους μεγαλύτερους μειώνεται η εμπορική αξία.

Παθογόνο - Συνθήκες ανάπτυξης

Η ασθένεια προκαλείται από μύκητες του γένους Taphrina.

Ο μύκητας διαχειμάζει με τη μορφή σπορίων (βλαστοσπόρια) πάνω στα προσβεβλημένα δέντρα (οφθαλμούς, πτυχώσεις του φλοιού) ή φύλλα και αποτελούν τα μολύσματα της επόμενης άνοιξης. Με υγρό και βροχερό καιρό την άνοιξη τα σπόρια του μύκητα μεταφέρονται στα εκπτυσσόμενα φύλλα ή στα άλλα τρυφερά όργανα και τα μολύνουν.
Η είσοδος του παθογόνου γίνεται με διάτρηση της εφυμενίδας ή από τα στομάτια. Αναπτύσσεται κάτω από την εφυμενίδα προκαλώντας υπερπλασία και υπερτροφία των κυττάρων, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό των χαρακτηριστικών συμπτωμάτων.
Η ασθένεια ευνοείται από χαμηλές θερμοκρασίες και υψηλή σχετική υγρασία.

Αντιμετώπιση

Η ασθένεια αντιμετωπίζεται πολύ αποτελεσματικά με την εφαρμογή κατάλληλων μυκητοκτόνων κατά τη διάρκεια του ληθάργου των δέντρων, με σκοπό την καταστροφή των μολυσμάτων.
Συγκεκριμένα η καταπολέμηση γίνεται με εφαρμογή χαλκούχων μυκητοκτόνων στην πτώση των φύλλων και με ψεκασμό με Ziram λίγο πριν την διόγκωση των οφθαλμών (φάση Α ως και Β).

ΒΛΑΣΤΙΚΑ ΣΤΑΔΙΑ ΡΟΔΑΚΙΝΙΑΣ
Επισημαίνεται ότι το ευαίσθητο στον εξώασκο στάδιο των βλαστοφόρων οφθαλμών αρχίζει όταν ο οφθαλμός φτάσει στο στάδιο Β ( ανοίγουν ελαφρά τα λέπια και φαίνεται από πάνω η πράσινη κορυφή).
Ο ψεκασμός πρέπει να γίνεται πριν φανεί πράσινη βλάστηση , από κει και μετά είναι πλέον αργά .Η ασθένεια πλέον δεν καταπολεμείται.
Σε αγροκτήματα που καλλιεργούνται ταυτόχρονα πολλές ποικιλίες διαφορετικής πρωιμότητας , ο ψεκασμός να γίνει κοντά στο στάδιο Β της πρωιμότερης ποικιλίας και να επαναληφθεί μετά από 10-12 μέρες.
Δεύτερη εφαρμογή μπορεί να απαιτηθεί όταν ο ψυχρός και υγρός καιρός παρατείνει τη διάρκεια της διόγκωσης.
Οι συμπύρηνες ποικιλίες και με ένα ψεκασμό ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες είναι συνήθως καλυμμένες. Στα νεκταρίνια ο δεύτερος ψεκασμός επιβάλλεται .
Ο ψεκασμός με Ziram στο στάδιο αυτό είναι ίσως και ο πιο σημαντικός ψεκασμός όλης της χρονιάς , είναι σχετικά χαμηλού κόστους , αλλά και με την μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα για το δέντρο.
Συμπληρωματικά συστήνονται ορισμένα καλλιεργητικά μέτρα, όπως αφαίρεση και καταστροφή των προσβεβλημένων οργάνων, ενίσχυση των δέντρων με εφαρμογή αζωτούχου λίπανσης και περιοδικών αρδεύσεων.